Είναι χρέος του ανθρώπου που θέλει να ζήσει έντιμα, συνειδητά και υπεύθυνα, να στοχάζεται πάνω στην Ιστορία του έθνους του, και να προσπαθεί να επισημάνει το νόημα των μεγάλων επετείων.
Γιατί είναι αυτές που ανασταίνουν εντός μας, ένα πρωτοφανέρωτο μεγαλείο, μια υπερηφάνεια εθνική, γεμάτη πνευματικότητα, γεμάτη σεμνότητα,
γιατί είναι επέτειοι που αισθάνεσαι ότι το έθνος σου έκανε το χρέος του. Και το χρέος των επαναστατημένων Ελλήνων το 1821 έγινε λάβαρο στο προσκλητήριο για τη θυσία, μέσα απ’ το σύμπλεγμα τεσσάρων εννοιών που σελαγίζουν στην αιωνιότητα, το δικό τους πολύτιμο συμβολισμό:
Μνήμη ― Πίστη ― Θάνατος ― Ελευθερία.
“Τα θεμέλιά μου στα βουνά
και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους
και πάνω τους, η Μνήμη καίει,
άκαυτη βάτος”
Η ιστορική μνήμη, η μνήμη του παρελθόντος είναι απαραίτητο και ζωτικό στοιχείο για την πορεία και του ατόμου και του έθνους. Και ιστορική μνήμη θα πει όσο το δυνατόν καθαρή συνείδηση του νοήματος του έργου των προγόνων, συνείδηση που γίνεται οδηγητική φωνή στο βηματισμό του παρόντος.
Η ιστορική μνήμη είναι η αιώνια μέσα στο χρόνο, φωτιά ― άκαυτη βάτος που ζεσταίνει την ψυχή ενός έθνους, που της προσφέρει εμπνεύσεις, που της δίνει τη δυνατότητα να βλέπει μέσα στη θολή ατμόσφαιρα της σύγχρονης και αγχώδους καθημερινότητας. Και ακόμα, είναι μια δύναμη πλούσια, παιδευτική, ο μεγάλος δάσκαλος της ανθρωπότητας, αρκεί να σκύψουμε και να την μελετήσουμε, όλοι οι λαοί, όχι για να την κάνουμε υλικό πανηγυρικών λόγων, αλλά σύμβουλο και οδηγό.
Είναι μεγάλη και κρίσιμη ανάγκη σήμερα να είμαστε εναρμονισμένοι με το πνεύμα της Ιστορίας, δηλαδή σαν άνθρωποι και σαν λαοί, να είμαστε συνεπείς και γνήσιοι.
Οι επαναστάτες του 1821 κατόρθωσαν ό,τι κατόρθωσαν, γιατί ήταν σχεδόν όλοι, ώριμοι, ηθικά και πνευματικά, για την ανάκτηση της πολιτικής τους ελευθερίας. Γιατί τους ένωνε όλους, η κοινή θρησκεία, η κοινή γλώσσα και προπαντός η κοινή ιστορική μνήμη, η κοινή συνείδηση και ότι είναι Έλληνες. Συνείδηση η οποία είναι μια πνευματική ευαισθησία που μετασχηματίζεται σε φωνή χρέους για αυτό που πρέπει να γίνει και που αποτελεί εθνική επιταγή.
Ανθρώπινο χρέος, μα και κριτήριο για την ανθρώπινη υπόσταση, πρέπει να είναι η ετοιμότητα για θυσία, που είναι το ίδιο το περιεχόμενο του ηρωισμού . Να είσαι πάντα έτοιμος, αδίσταχτα και απλά, να μπορείς την κρίσιμη ώρα να πεις το μεγάλο ΝΑΙ ή το μεγάλο ΟΧΙ στη ζωή σου.
Στην κρίσιμη ώρα, σηκώνοντας το βάρος της ευθύνης σου, να δρασκελίζεις το όριο της θυσίας, για να μπορείς να πεις: Είμαι ένας ήρωας, ή πιο αληθινά, είμαι ένας άνθρωπος.
Όσοι αγωνίστηκαν σε κείνα τα χρόνια, αγωνίστηκαν βλέποντας οράματα που ξεκινούσαν απ΄ τα βάθη της ψυχής όλων των Ελλήνων που υπήρξαν ποτέ, και πήγαιναν και χάνονταν μέσα σε καιρούς αγέννητους. Για αυτά τα οράματα αγωνίζονταν, αυτά τους ενέπνεαν.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στην ομιλία του προς τους νέους που πραγματοποίησε στην Πνύκα στις 7/10/1838, τόνισε μεταξύ άλλων: “…ευθύς, όταν κανείς άνθρωπος εμάνθανε τα κοινά γράμματα, εδιάβαζεν αυτά τα βιβλία και έβλεπε ποίους είχαμε προγόνους, τι έκαμεν ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης και άλλοι πολλοί παλαιοί μας, και εβλέπαμεν και εις ποιαν κατάσταση ευρισκόμεθα, τότε μας ήρθε εις το νου να τους μιμηθούμε και να γίνουμε ευτυχέστεροι. Και έτσι έγινε. Όταν αποφασίσαμεν να κάνουμε την επανάσταση, δεν εσυλλογιστήκαμεν ούτε πόσοι ήμεθα, ούτε πως δεν έχουμε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις, αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας!”
Και οι Έλληνες έκαναν την Επανάσταση. Για τους πολεμιστές η επανάσταση είχε έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα· τα γεγονότα της επανάστασης αποδίδονταν στο Θεό· τα επαναστατικά λάβαρα έφεραν θρησκευτικά σύμβολα και κυρίως το Σταυρό.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης για την διαφύλαξη της ορθόδοξης πίστης αναφέρει: “Πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε, διότι, όταν επιάσαμε τ’άρματα είπαμε πρώτα υπέρ πίστεως και έπειτα υπέρ πατρίδος.”
Και η διακήρυξη της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης 1826 αναφέρει: “Έλληνες! Όταν εμβήκαμεν εις το μέγα τούτο στάδιον εκηρύξαμεν ενώπιον Θεού και ανθρώπων, την σταθεράν μας απόφασιν, την οποία καθιερώσαμεν με τόσας θυσίας και αίματα. Ας δείξομεν και πάλι, ότι είμεθα Χριστιανοί, ότι είμεθα Έλληνες, πιστοί εις τον όρκο μας· και ότι με το Σταυρό εμπρός, και με τα όπλα, προτιμώμεν να καταβώμεν εις τον τάφον Χριστιανοί και ελεύθεροι, παρά να ζήσωμεν σκλάβοι, χωρίς Θρησκεία, χωρίς Πατρίδα, χωρίς Τιμή…!”
Και έτσι, σ’ αυτόν τον πατριωτισμό ανοίχτηκε μία νέα διάσταση αθανασίας και δόξας.
Το σύνθημα “Ελευθερία ή Θάνατος” έγινε σύνθημα της Αρετής. Και όλοι γνωρίζουμε ότι απαιτείται τεράστια εσωτερική δύναμη και ηρωισμός για να επιτευχθεί η προσέγγιση και η βίωση της αρετής. Ο ηρωισμός μαρτυρά την ύπαρξη ενός πόθου και αποκαλύπτει την ανθρώπινη δίψα για υψηλούς στόχους. Έτσι η αρετή γίνεται συνώνυμο της πάλης για την κατάκτηση του ιδανικού. Τι κι αν το δρεπάνι του θανάτου θέρισε χιλιάδες Έλληνες. Όλοι ξέρουμε ότι ο θάνατός τους είναι επίφθονος· Προξενεί δόξα και τιμή στην ανθρωπότητα· προξενεί καταισχύνη και αποστροφή στην τυραννία. Διεγείρει το θαυμασμό των γενεών και των αιώνων, και ποιος ήταν εκείνος ο Έλληνας ― τότε ― που φοβήθηκε έναν τέτοιο, υπέρ πίστεως και πατρίδος, θάνατο;
Η ελληνική επανάσταση αποτελεί γεγονός ― τομή, το οποίο μετάβαλε ριζικά την έννοια του θανάτου. Όπως ο αγώνας για την ελευθερία ήταν μαζικός, έτσι και ο “θάνατος” ήταν πλέον δυνητικά συλλογικός. Και μάλιστα, δεν ήταν μόνο και κυρίως σωματικός, αλλά τώρα πλέον και πολιτικός, αφού σηματοδοτούσε αφενός τον μέχρις εσχάτων πόλεμο και την ενδεχόμενη συλλογική εξόντωση του έθνους και αφετέρου την αποτυχία κατοχύρωσης των βασικών συλλογικών και ατομικών ελευθεριών.
Η πολιτική αυτή σύλληψη του θανάτου εμπεριέχεται στη διακήρυξη της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, 1η Ιανουαρίου 1822: “Εκινήσαμεν τον πόλεμον κατά των Τούρκων αποφασίσαντες ή να επιτύχωμεν τον σκοπόν μας και να διοικηθώμεν με νόμους δικαίους ή να χαθώμεν εξ ολοκλήρου.” Η ζωή και ο θάνατος δεν συνιστούσαν πλέον για τους επαναστατημένους Έλληνες μια μεταφυσική πνευματική κατάσταση, αλλά συναρτώνταν με τις πολιτικές ελευθερίες και τα φυσικά δίκαια.
Όταν οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι, πράττουν όχι γιατί έτσι θέλουν, αλλά γιατί είναι πεπεισμένοι για την αλήθεια και το δίκαιο.
Την ισότητα μπορεί κάποιος να σου τη δώσει, ενώ την ελευθερία δεν μπορεί κανείς να σου την χαρίσει. Είναι αγαθό που κερδίζεται ύστερα από μεγάλη εσωτερική πάλη και θυσία του εαυτού σου. Η ελευθερία είναι χρέος και όχι δικαίωμα. Ελεύθερος είναι μονάχα όποιος μπορεί ν’ ακολουθήσει τα χνάρια του πνεύματος της Ιστορίας, και δούλος όποιος κρατιέται μικρόψυχα στον κύκλο της υποκειμενικότητας του.
Η ιστορική μοίρα του Ελληνισμού είναι να ζει και ν’ αγωνίζεται ως δύναμη ηθική και πνευματική. Ποτέ ο Ελληνισμός δεν υπήρξε όγκος, ποσότητα υλικής δύναμης. Η υπεροχή του μέσα στην Ιστορία ήτανε πάντοτε ποιοτική. Ο Ελληνισμός δεν έζησε ποτέ ως ύλη, αλλά πάντοτε ως πνεύμα. Οι αγώνες του, κι όταν ακόμα ήταν αγώνες αυτοσυντήρησης, εμπνέονταν πάντα από την ηθική και πνευματική ελευθερία, ήταν αγώνες υπέρ ηθικής και πνευματικής ανεξαρτησίας. Γιαυτό οι Έλληνες του 1821 μετασχηματίστηκαν σε σύμβολο, γιατί προάσπισαν έναν πολιτισμό που απέβλεπε στην καταξίωση του Ανθρώπου ως πνευματικού και ηθικού όντος. Δεν πολέμησαν απλώς για την εθνική ελευθερία. Πολέμησαν για την ελευθερία στην καθολικότερη και βαθύτερη σημασία της λέξης.
Μάχονταν για ένα ιδεώδες για το οποίο κατανίκησαν όλα τα εμπόδια, υπέταξαν τις παρορμήσεις του ενστίκτου και κατάκτησαν την εσωτερική τους ελευθερία. Τους οδηγούσε το χρέος, και το χρέος τους υπαγόρευε να μείνουν άνθρωποι στην υψηλότερη σημασία του όρου. Η ιδέα του χρέους, βέβαια, είναι κάτι εντελώς εσωτερικό· γεννιέται και ανδρώνεται μόνο μέσα σε μια ελεύθερη ανθρώπινη συνείδηση, χωρίς ποτέ ν΄ αποτελεί εξαναγκασμό, αλλά πάντοτε αυταναγκασμό. Οι άνθρωποι του χρέους σπαράζονται ανήλεα κάτω απ’ τις ανελέητες εχθρικές λόγχες. Ο θάνατός τους, η μοίρα τους, συγκλονίζουν την συνειδησιακή μας ύπαρξη, όπως αυτός, των υπερασπιστών του Μεσολογγίου, οι οποίοι με την αυτοπροαίρετη θυσία τους διατράνωσαν την πίστη του ανθρώπου, στην ηθική βούληση και αυτονομία, και καθαγίασαν την ιδέα της εσωτερικής ελευθερίας. Υπήρξαν απαράμιλλοι ήρωες μιας μεγαλειώδους τραγικής πράξης, αφού έβαλαν την αξιοπρέπεια πιο πάνω απ’ την ελπίδα και αναδείχτηκαν ελεύθεροι περισσότερο από κάθε άλλη φορά στη ζωή τους, και γενναίοι περισσότερο από κάθε άλλο θνητό.
Η ιστορία μας, έχει να επιδείξει χιλιάδες πράξεις ηρωισμού και αυτοθυσίας. Πόσοι και πόσοι αγωνιστές της ελευθερίας εμπνεόμενοι από υψηλά ιδεώδη, δεν ύψωσαν “με χαμόγελο την όψη την φθαρμένη” μπροστά στην οδύνη και το φάσμα του θανάτου, όταν στις κρίσιμες αυτές στιγμές, επρόκειτο να κριθεί η τύχη τους ως ηθικά και πνευματικά όντα. Γιατί την τρομερή αυτή σύγκρουση αποτολμούν μόνο οι προικισμένοι με υψηλό και αγέρωχο ήθος, με άκαμπτο φρόνημα και ακλόνητη πίστη στα ιδανικά της Ελευθερίας και της Αρετής.
Για αυτό, μόνο οι λίγοι, οι εκλεκτοί, θα έχουν πάντοτε το πελώριο ηθικό σθένος να αναμετρηθούν απέλπιδα έστω, με την παντοδύναμη φυσική ή ιστορική ανάγκη και να επιβεβαιώσουν με την πράξη τους αυτή, την πνευματική τους υπεροχή και την εσωτερική αυτονομία. Τελικά, μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε ότι ακόμα και σε περιόδους βαθειάς κρίσης, η Ελευθερία, η Δικαιοσύνη, η Πίστη, η Αξιοπρέπεια, μπορεί να κλυδωνίζονται αλλά δεν καταβυθίζονται. Επιζούν σαν ιδανικά, σαν δρομοδείχτες, σαν υπερχρονικές αξίες και μας επιτρέπουν ν’ ανασαίνουμε και να ελπίζουμε σε καλύτερες μέρες. Αποτελούν μια άλλη δύναμη, υπέρτερη, ολόφωτη, καθαρή την οποία οφείλουμε όλοι να ακολουθούμε αν θέλουμε να υπολογιζόμαστε ως άνθρωποι με αξία.
Λυγουριό, 25 Μαρτίου 2019
Εύη Αισώπου
Καθηγήτρια Φιλόλογος
Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Επιδαύρου