Ανακοινώσεις|

? ?????????

(????? ??????????)

????????! ????? ??? ?????! ???? ???? ??’ ?? ??????.

 ???????? ?? ????? ???????. ????

??’ ??????? ????? ??? ????????? ?? ???????, ???? ???

???????? . ??? ???? ????????. ?? ?? ??????? ???????.

 Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω  με το χέρι μου

 Είμαι από τη φύση  μου φτιαγμένος  να παραξενεύομαι.

 Ποιος είναι τούτος  που αναλίσκεται περήφανος;

Το σώμα του  το ανθρώπινο δεν τον πονά ;

 Η χώρα εδώ είναι  σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι.

 Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις, μου είπαν.

 Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος .

 Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.

 Γινόταν ήλιος.

 Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές

 άλλοι  είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.

 Ο ποιητής μοιράζεται στα δύο.

Η φρόνηση (λογική), η σύνεση, το αίσθημα της ευθύνης  είναι καρποί ενδιάθετης ροπής, γνώσης και πείρας. Ο φρόνιμος και ο συνετός και γεννιέται και γίνεται, πλάθεται απ’ τις παραδόσεις του παρελθόντος και απ’ τις συνθήκες του παρόντος δηλαδή απ τον εαυτό του και απ’ τον ολόγυρά του κόσμο. Ο σύγχρονος κόσμος δεν ευνοεί αυτά τα στοιχεία. Είναι ένας κόσμος ριζικά βίαιος, σπασμωδικός, χωρίς ηθικούς και πνευματικούς προσανατολισμούς, θύμα παρορμήσεων και λάφυρο στιγμιαίων εντυπώσεων. Είναι ένας κόσμος τόλμης. Επιχειρεί τα πάντα, προσπαθεί να πετύχει τα πάντα, κλυδωνίζεται  κατά τρόπο που προκαλεί πόνο, σύγχυση και συχνά πανικό. Κινείται σ’ ένα πλαίσιο παροξυσμού και αφροσύνης, με τον άνθρωπο μετέωρο, απογυμνωμένο, εξουθενωμένο, χωρίς αυτοσεβασμό αλλά με μία βαθειά φαυλότητα να τον φθείρει και να του σαπίζει τη συνείδηση.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο η Βία θριαμβεύει. «Το Δίκαιο της πυγμής» αναδεικνύει εκείνον που θα κερδίσει  τον κόσμο. Το ζήτημα όμως είναι ποιος θα μπορέσει μέσα σ’ αυτή τη διάχυτη ανθρώπινη πονηρία και απάτη να κερδίσει τον εαυτό του για χάρη των ανθρώπων που έρχονται και για χάρη των παιδιών που ζουν ανάμεσά μας, για να μιλάμε για μία κοινωνία συνανθρώπων και όχι για μία κοινωνία απανθρώπων.

Δυστυχώς η κοινωνία της ανθρωπιστικής κρίσης και της απληστίας μας βοηθάει να φέρνουμε καθημερινά στην επιφάνεια τις πιο αντικοινωνικές μας τάσεις και συμπεριφορές, αυτές που ολοένα μας περισφίγγουν, ώσπου να μας πνίξουν, αφού είμαστε απογυμνωμένοι απ’ το κοινωνικό φρόνιμα, απ’ το αίσθημα της κοινωνικής  ευθύνης, από  ηθικές και κοινωνικές αρετές, αφού απεμπολούμε με καταπληκτική ευκολία την αξία της ανθρώπινης ζωής και προσπαθούμε να επιβιώσουμε προβάλλοντας ένα αρρωστημένο για επιβεβαίωση υπερεγώ, ένα θανάσιμο, δηλαδή, ελάττωμα μιας θλιβερής και καταστροφικής νοοτροπίας που οδηγεί στο σίγουρο αφανισμό του ανθρώπου. Αν αναρωτηθεί κανείς που έγκειται το συγκεκριμένο πρόβλημα, ψάχνοντας, θα συνειδητοποιήσει ότι είναι μύχια υπαρξιακό. Πράγματι όλοι νιώθουν πως κινούνται με μια ελευθερία αποκτημένη με αρνήσεις και γκρεμίσματα, μια ελευθερία που δεν στηρίζεται σε καμία ηθική προϋπόθεση, σε καμία αρχή απαρασάλευτη και αιώνια. Μια ελευθερία χωρίς θεό. Και αυτή η ελευθερία η ανισόρροπη, δολοφονεί ουσιαστικά την ανθρωπιά και από ακρογωνιαίο λιθάρι της ζωής γίνεται ο καταστροφικός της δαίμονας .

Έτσι ο άνθρωπος παγιδεύεται ανάμεσα σε  δύο σχετικά μεταξύ τους πάθη και στα οποία δείχνει να είναι δυστυχώς ιδιαίτερα επιρρεπής, στο φόβο και το μίσος. Και μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο ο χορός της Βίας καλά κρατεί. Ο καθένας μας φοβάται τη Βία και ο καθένας μας κινδυνεύει να καταφύγει στη Βία για να αποφύγει το βιασμό από άλλους. Η Βία δεν προηγείται της εποχής και της κοινωνίας, αντίθετα η ίδια η κοινωνία την εκκολάπτει, την ίδια στιγμή που δηλώνει έκπληκτη και ξαφνιασμένη, όταν αυτή ξεδιπλώνει την πιο άγρια μορφή της  στο παραμικρό ανθρώπινο ξέσπασμα.

Συνεπώς η ίδια η κοινωνία υποκρίνεται  όταν απ’ τη μια συγκινείται και συμμετέχει σε σιωπηλές διαμαρτυρίες κατά της Βίας και απ’ την άλλη, την ίδια στιγμή, αυτοακυρώνεται αφού πεισματικά αρνείται να εξαγοράσει τη Βία με την μεγαλοσύνη της καρδιάς της, αφού ερμητικά περιχαρακώνεται στα πάθη της αλαζονείας της όπου εκεί δεν χωράνε οι λέξεις  ταπείνωση και υποχώρηση. Γιατί καμία φορά είναι λογικότερο και καλύτερο να «καταπιεί» κανείς μία επιθετική ενέργεια ενός υποτιθέμενου ή πραγματικού αντιπάλου, χωρίς να αντιδράσει αμέσως  με μία αντίστοιχη επιθετική ενέργεια, προκειμένου να εκτονωθεί μία έκρυθμη κατάσταση και όχι να πυροδοτηθεί περισσότερο. Φυσικά η άμεση αντίδραση των περισσοτέρων είναι η επίθεση την ίδια στιγμή που κόπτονται κατά των βίαιων επιθέσεων.

Η αλλαγή, λοιπόν, πρέπει να ξεκινήσει από μέσα μας.  Όπου αρχίζει να κυριαρχεί το πνεύμα της εχθρότητας δεν αργεί να εμφανιστεί και η πραγματική και συγκεκριμένη εχθρότητα. Άρα αυτό που πρέπει να υπερνικήσουμε είναι αυτή η αίσθηση που εμπεριέχει τον φόβο και το μίσος μαζί.

Τα πιο μεγάλα ή τα πιο ηχηρά γεγονότα βίας στηρίζονται στις μικρές καθημερινές πράξεις Βίας ως πιστοποίηση δύναμης, ως κατάκτηση ή ανταγωνισμός ανάμεσα στους ανθρώπους, στην οικογένεια, στο σχολείο, στη δουλειά, στο λεωφορείο, στο γήπεδο, στο δρόμο. Μπορούμε να απαλλαχτούμε, αν αποτινάξουμε και ξεριζώσουμε από μέσα μας τη λαθεμένη πίστη ότι θα είμαστε οι νικητές της ζωής αν βασιστούμε στη δύναμη της Βίας. Ο άνθρωπος απειλείται θανάσιμα απ’ τον άνθρωπο. Κάθε Βία που σωρεύεται απ’ τη μία πλευρά, παράγει σ’ ένα ακριβώς αντίστοιχο μέτρο την αντιβία. Η Βία, δυστυχώς, συντρίβει όσους αγγίζει. Η δύναμη  της να μεταβάλλει τους ανθρώπους σε άψυχα πράγματα είναι διπλή και ασκείται από δυο πλευρές: μεταβάλλει σε πέτρα τις ψυχές, τόσο εκείνων που την υφίστανται όσο και εκείνων που την ασκούν.

Χιλιάδες φορές η Βία έχει λεκτικά κονιορτοποιηθεί, κατακριθεί, καταγγελθεί. Οι λέξεις όμως, δυστυχώς, δεν μπορούν να κάνουν τίποτα εναντίον μιας ολόκληρης πρακτικής σύμφωνα με την οποία η τύχη του ηττημένου εναπόκειται στις αποφάσεις του νικητή, αφού στον ηττημένο δεν απομένει παρά να διαλέξει ή να πεθάνει ή να φερθεί καλά και να υποφέρει προς όφελος του νικητή.

Στην προκειμένη περίπτωση τα λόγια του Σεφέρη είναι πιο επίκαιρα από ποτέ: «Σ’ αυτό τον κόσμο που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν’ αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται».

Η πίστη στον άνθρωπο είναι η σωτηρία μας αφού μέσα απ’ τον διανοητικό ορίζοντα του άλλου οδηγούμαστε στην αυτογνωσία και μπορούμε έτσι να αντιπαλέψουμε το κακό με την δύναμη της ψυχής.

Γι’ αυτό του ενός ο θάνατος είναι θάνατος όλων,

 αφού:

«Ο θάνατος ενός ανθρώπου λιγοστεύει

 εμένα, γιατί ανήκω στη ανθρωπότητα:

κι έτσι ποτέ σου μη στείλεις

να ρωτήσεις για ποιον

χτυπά η καμπάνα,

χτυπάει για σένα».

  Εύη Αισώπου, Φιλόλογος, Πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου Επιδαύρου.

Close Search Window
Μετάβαση στο περιεχόμενο