Ανακοινώσεις|

P1030830

???? 04/02/2012 ???????????????? ?? ????????? ???????? ??? ?????????? ?????? ??? ????????? ?????? ??? ??? ??????????: ?????? ??????? ??? ???????????? ????? ??????? ??????????? ?? ?? ??????? ?????? ??? ????????? ??? ????????? ???????? ???????????. Το θέμα της ομιλίας ήταν: “Όρια και τιμωρία. Ο ρόλος τους στην συναισθηματική εκπαίδευση των παιδιών και των νηπίων από τους εκπαιδευτικούς και την οικογένεια.”.

Το περιεχόμενο της ομιλίας είχε ως εξής:

Η διαδικασία της ανατροφής – και της διαπαιδαγώγησης – είναι μια κοινή πορεία γονιών – παιδιών, αλληλοτροφοδοτούμενη.  Έχει να κάνει με τριβές, διαμάχες, αλλά και με αρμονική συνύπαρξη, συμφωνίες και αντιπαραθέσεις.

 Όλα τα παιδιά δημιουργούν προβλήματα πειθαρχίας, όσο τέλεια κι αν είναι τα ίδια ή οι γονείς τους. Τόσο τα παιδιά χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα προσαρμογής, όσο κι εκείνα που παρουσιάζουν τέτοιου είδους προβλήματα, από όποια κοινωνική-οικονομική τάξη κι αν προέρχονται, έχουν ανάγκες και επιθυμίες, όπως ακριβώς και οι γονείς τους.

Προβλήματα προκύπτουν κάθε φορά που οι ανάγκες και οι επιθυμίες των παιδιών δεν συνταιριάζουν απόλυτα με εκείνες των γονιών τους. Έτσι λοιπόν, αν οι γονείς μάθουν πώς να ρυθμίζουν τις αντιδράσεις τους ανάλογα με τις ανάγκες των παιδιών τους, τα προβλήματα αυτά, που συχνά τους καταβάλλουν, μπορεί να ελαχιστοποιηθούν. Η οριοθέτηση της συμπεριφοράς είναι αυτή που βοηθά το παιδί να κατανοήσει τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τις προσδοκίες των γονέων του. Επιπλέον, διατηρώντας οι γονείς τον αυτοέλεγχο, μπορούν να αποφύγουν τους κινδύνους τόσο της απειλής όσο και της εφαρμογής της βίας στα παιδιά. Όσο κι αν φαντάζει η επιβολή ορίων ένα βάρος επιπρόσθετο στην καθημερινότητα της ανατροφής, εντέλει φαίνεται να απελευθερώνει τους γονείς από καθημερινές τριβές.

Σκοπός είναι να κατανοήσουμε πως οι γονείς, επιβάλλοντας με ήρεμο και σταθερό τρόπο πειθαρχία στα παιδιά τους κατά τη διαδικασία της ανατροφής,  τελικά τα προστατεύουν. Γεγονός είναι πως τα παιδιά χρειάζονται σαφείς και σταθερές συναισθηματικές σχέσεις. Αυτή ακριβώς η σταθερότητα πετυχαίνεται με τα όρια.  Όταν νιώσουν τα παιδιά τη σταθερότητα, χωρίς να καταπιέζονται από αυτήν, τότε προσανατολίζονται καλύτερα. Η έλλειψη ορίων δημιουργεί στα παιδιά ανασφάλεια ενώ, αντίθετα, μελέτες αναφέρουν ότι όταν οι γονείς θέτουν σταθερά όρια, τα παιδιά μεγαλώνουν έχοντας μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση

Οι περισσότεροι γονείς παραδέχονται ότι είναι πολύ σημαντικό να θέτουν όρια, εντούτοις ένα από τα δυσκολότερα εγχειρήματά τους είναι να βάλουν σε πράξη αυτήν την παραδοχή και μάλιστα με τρόπο σταθερό και αποτελεσματικό. Επίσης όταν προσπαθούν να επιβάλλουν έναν τρόπο συμπεριφοράς, έχουν συγχρόνως δύο συναισθήματα. 
«Κάνω ή δεν κάνω καλά»; «Μικρό είναι, θα μάθει αργότερα», με αποτέλεσμα απόλυτη σύγχυση στο παιδί.

Όταν μιλάμε για όρια, καταρχήν μιλάμε για μια νοητή γραμμή, έναν κύκλο που περιβάλλει το παιδί και μέσα στον οποίο λειτουργεί με ασφάλεια. Και αυτός ο κύκλος δεν είναι πανανθρώπινος σε όλα του τα σημεία. Θέλω να πω, δηλαδή, ότι σε άλλες κοινωνίες ή σε άλλες εποχές η διαχωριστική γραμμή είναι άλλη. Έτσι, το παιδί, το οποίο δεν γεννιέται εφοδιασμένο με αυτή τη γνώση, πρέπει να την αποκτήσει. Πρέπει να αποκτήσει τη γνώση της επικινδυνότητας, των «πρέπει» και της κοινωνικής συμπεριφοράς που ταιριάζει στην κοινωνία και το μικρό περιβάλλον όπου ζει άμεσα.

Αμέσως μετά την αγάπη, το σπουδαιότερο δώρο του γονιού προς το παιδί είναι η αίσθηση της πειθαρχίας.

Τα παιδιά ζουν σ’ έναν κόσμο που αποτελεί συνεχή πρόκληση τόσο για τα ίδια όσο και για τους γονείς τους, και η διδασκαλία της πειθαρχίας κάποιες φορές μοιάζει για τον γονιό μια εργασία σε εξαιρετικά καρποφόρο έδαφος, ενώ άλλες είναι «σαν να χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο».

Αυτό δεν είναι κάτι που μας προκαλεί έκπληξη. Τουλάχιστον 20 χρόνια χωρίζουν συνήθως τους γονείς από τα παιδιά τους, ενώ το χάσμα γίνεται μεγαλύτερο όσον αφορά στα συναισθήματα, στις προσδοκίες, στη λογική ικανότητα και δυνατότητα του αυτοελέγχου που έχει η κάθε μια γενιά για τον εαυτό της, για την άλλη και για τον κόσμο.

Για παράδειγμα, τα παιδιά γεννιούνται χωρίς να ξέρουν ότι το να γράφει κανείς στους τοίχους αποτελεί μη αποδεκτή συμπεριφορά. Δεν πρόκειται να μάθουν ποιοι είναι οι θεμιτοί τρόποι έκφρασης του καλλιτεχνικού τους ταλέντου παρά μόνο αν οι γονείς τους τα διδάξουν με συνέπεια και σταθερότητα το πού επιτρέπεται να γράφουν και πού όχι, επαινώντας τα όταν ακολουθούν τις οδηγίες και σκιαγραφώντας τις συνέπειες της παράβασης του κανονισμού.

Ταυτόχρονα, τα παιδιά έχουν τις δικές τους επιθυμίες και συναισθήματα, τα περισσότερα από τα οποία δεν είναι σε θέση να διατυπώσουν πολύ καλά. Στη διάρκεια των πρώτων χρόνων της ζωής τους αγωνίζονται να γίνουν ανεξάρτητα ανθρώπινα πλάσματα και δεν παύουν να επαναστατούν απέναντι στις προσπάθειες των μεγαλύτερων να τα «αναθρέψουν».

Είναι, λοιπόν, σημαντικό να καταλάβουν οι γονείς ότι τα παιδιά τους λειτουργούν με βάση ένα χρονοδιάγραμμα εντελώς διαφορετικό από εκείνο των ιδίων, καθώς και ότι η μαθησιακή ικανότητα αποτελεί ξεχωριστό χαρακτηριστικό για το κάθε παιδί.

Το πρώτο καθήκον των γονιών είναι να διδάξουν στα παιδιά την κατάλληλη συμπεριφορά σε επίπεδο τέτοιο, ώστε εκείνα να είναι σε θέση να καταλάβουν περί τίνος πρόκειται. Όταν, για παράδειγμα, καλούνται οι γονείς να αντιμετωπίσουν ένα ξέσπασμα νεύρων του παιδιού τους, στην πραγματικότητα δεν επιχειρούν απλά να επαναφέρουν την ηρεμία και την τάξη στο σπίτι τους, αλλά διδάσκουν στο παιδί πώς να αντιμετωπίζει τον εκνευρισμό και την οργή του με τον σωστότερο τρόπο.

Οι γονείς, επομένως, είναι αυτοί που πρέπει να εκπαιδευτούν στο πώς να διδάξουν την πειθαρχία σε ένα παιδί. Είναι θεμιτό να μην λένε, για παράδειγμα «δεν σ’ αγαπάω, επειδή έκανες αυτό», αλλά «αυτό που έκανες είναι κακό». Το μήνυμα έτσι είναι «εγώ σ’ αγαπάω, ακόμη κι όταν σε μαλώνω, αλλά αυτό που έκανες δεν είναι αποδεκτό και θα έχεις συνέπειες». Συνέπειες έχουμε όλοι μας, ακόμη κι όταν μεγαλώνουμε, δεν μπορούμε να κάνουμε οτιδήποτε θέλουμε. Ένα παιδί που δεν το έμαθε ποτέ αυτό, δεν δέχεται τίποτε, στην οικογένεια, στο σχολείο, στην κοινωνία.

Τα παιδιά δέχονται υποδείξεις από τους γονείς, όταν νιώθουν ότι τα αγαπούν. Η διαδικασία της ανατροφής, διαπαιδαγώγησης και επιβολής ορίων γίνεται σιγά-σιγά: Πότε με χιούμορ, πότε οι γονείς να υποχωρούν λίγο και πότε να επιβάλλουν τη δική τους επιθυμία. Αρκεί αυτή η επιθυμία να είναι λογική και να είναι για το καλό του παιδιού. Είναι δύσκολο, ωστόσο κάθε γονιός οφείλει και έχει τη δυνατότητα να αναπτύξει την δική του τέχνη.

Παρόμοια τέχνη, ή μάλλον καλύτερα τεχνική, είναι αυτό που χρειάζεται ένα παιδί για την ομαλότερη συναισθηματική και κοινωνική του ανάπτυξη στο χώρο του σχολείου. Ας μην ξεχνάμε ότι, κατά την περίοδο που οι αναπτυξιολόγοι ονομάζουν «σχολική ηλικία», το σχολείο γίνεται ο σημαντικότερος παράγοντας κοινωνικοποίησης του παιδιού. Παύει σχεδόν ολοκληρωτικά να ισχύει η μονοκρατία της οικογένειας. Το παιδί στο σχολείο θα αντιμετωπίσει μια αντικειμενικότερη μεταχείριση και όχι, όπως πριν, την μεροληπτική αντιμετώπιση των γονέων. Στο σχολείο «διευθύνουν άγνωστοι» ενήλικες και τα επιτεύγματα του παιδιού υπόκεινται στη διαπροσωπική σύγκριση. Μόνο ένας επιστημονικά και παιδαγωγικά καταρτισμένος εκπαιδευτικός θα καταφέρει να προσεγγίσει πρώτα τον ψυχικό κόσμο του παιδιού, ώστε να το προφυλάξει από συναισθηματικές και κοινωνικές επιπλοκές, γεγονός που θα ενισχύσει σημαντικά την αυτοεκτίμηση και τις ικανότητές του.

Ας μην ξεχνάμε πως το σχολείο για ένα παιδί είναι ό,τι ο εργασιακός χώρος για τον ενήλικα. Η φοίτησή του είναι παραδοσιακά συνυφασμένη με επιδόσεις, με αξιολογήσεις αλλά και με απαγορεύσεις και πειθαρχία. Σταθερή πειθαρχία, επομένως, και επιβολή ορίων, σημαίνει διδασκαλία, η οποία και δεν αποτελεί απειλή για την προσωπικότητα του παιδιού, αλλά είναι μέρος της πορείας του προς την αυτογνωσία.
P1030832

Close Search Window
Μετάβαση στο περιεχόμενο